Ο φονικός καύσωνας τον Ιούλιο του 1987 με 1.300 νεκρούς

fonikos kausonas 1987 Ο φονικός καύσωνας τον Ιούλιο του 1987 με 1.300 νεκρούς

Ήταν 19 Ιουλίου 1987, όταν η θερμοκρασία είχε ξεπεράσει τους 35 βαθμούς και για μια εβδομάδα, 20-27 Ιουλίου, ο υδράργυρος ήταν καρφωμένος στους 44 βαθμούς Κελσίου την ημέρα, με μέση θερμοκρασία στη χώρα τους 43, ενώ πρωτόγνωρο ήταν το γεγονός πως ακόμα και το βράδυ η θερμοκρασία δεν έπεφτε κάτω από τους 32 βαθμούς.

Από τις 22 Ιουλίου του 1987 η Ελλάδα ξεκίνησε να θρηνεί θύματα από τον φονικό καύσωνα που «χτύπησε» την χώρα. Από τις 20 έως τις 31 Ιουλίου, τουλάχιστον 1.300 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους στην περιοχή της Αθήνας. Είναι εντυπωσιακό ότι ο αριθμός των θανάτων ήταν υπερδιπλάσιος από τον δεύτερο πιο θανατηφόρο, έναν εξαιρετικά ισχυρό καύσωνα που είχε πλήξει την κεντρική Ελλάδα τον Αύγουστο του 1958 και είχε σκοτώσει 600 άτομα, κυρίως στη Θεσσαλία.

Η μέγιστη θερμοκρασία που μετρήθηκε στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, στο κέντρο της πρωτεύουσας, ήταν 41,9 βαθμοί Κελσίου στις 23 Ιουλίου και στη Νέα Φιλαδέλφεια ήταν 43,6 βαθμοί Κελσίου στις 27 Ιουλίου, η οποία ήταν και η υψηλότερη που καταγράφηκε στην περιοχή της Αθήνας. Αυτές οι θερμοκρασίες συνδυάστηκαν με υψηλά ελάχιστα, με το υψηλότερο να είναι 30,2 βαθμοί Κελσίου στο κέντρο της Αθήνας στις 27 Ιουλίου και 29,9 βαθμοί Κελσίου στις 24 Ιουλίου στη Νέα Φιλαδέλφεια. Επιπλέον, η υγρασία ήταν υψηλή (60% στην Αθήνα στις 23 Ιουλίου) και οι ταχύτητες του ανέμου χαμηλές, συμβάλλοντας στη δυσφορία, ακόμη και κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Τα διαμερίσματα στα αστικά κέντρα μετατράπηκαν σε «φούρνους» αφού το σκυρόδεμα των πολυκατοικιών διατηρούταν ζεστό ακόμα και τη νύχτα, με αποτέλεσμα να βρίσκουν τραγικό θάνατο, κυρίως ηλικιωμένοι από θερμοπληξία και αναπνευστικά προβλήματα.

Η παντελής έλλειψη κλιματιστικών, ενώ αρκετά σπίτια δεν διέθεταν ούτε ανεμιστήρες, την άπνοια που επικρατούσε στην ατμόσφαιρα αλλά και την μη επαρκή ενημέρωση των πολιτών, δημιούργησαν ένα αποπνικτικό και θανάσιμο «κοκτέιλ».

Οι εννέα πρώτοι νεκροί στην Αθήνα καταγράφηκαν στις 22 Ιουλίου και στη συνέχεια ο αριθμός άρχισε να αυξάνεται ραγδαία καθημερινά. Στις 23 Ιουλίου πέθαναν 12, στις 24 Ιουλίου άλλοι 95 και στις 25 Ιουλίου άλλοι 250, προκαλώντας προβλήματα στην ταφή τους.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα νοσοκομεία γέμισαν και αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν ψυγεία στρατιωτικών μονάδων για την αποθήκευση των σωρών, ενώ ακόμα και βαγόνια τρένων χρησιμοποιήθηκαν ως προσωρινοί χώροι φύλαξης πτωμάτων.

Στις 26 Ιουλίου τα θύματα είχαν φτάσει συνολικά τα 900, στις 27 Ιουλίου προστέθηκαν 180 και στις 28 Ιουλίου άλλα 200. Υπολογίζεται ότι 400 ηλικιωμένοι πέθαναν αβοήθητοι.

Αν και ο καύσωνας έπληξε και άλλες πόλεις, όπως τη Θεσσαλονίκη και τη Λάρισα, θεωρείται ότι η δυσφορία ήταν εντονότερη στην Αθήνα λόγω και της παρουσίας φωτοχημικού νέφους, το οποίο είχε επιδεινωθεί από θερμοκρασιακές αναστροφές που προκάλεσε ένα βαρομετρικό υψηλό που είχε εισβάλει ταυτόχρονα από τη Σαχάρα.

Ενδεικτικό των υψηλών θερμοκρασιών που επικρατούσαν ήταν ότι η διαστολή που είχαν υποστεί οι ράγες του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Αθήνα – Πειραιά, ήταν τέτοια, ώστε τα δρομολόγια είχαν διακοπεί για πολλές ώρες μέσα σε εκείνες τις ημέρες.

Τελικά, μετά από επτά ημέρες συνεχούς καύσωνα, η θερμοκρασία άρχισε να υποχωρεί. Ήδη όμως ο καύσωνας είχε αφήσει πίσω του 1.300 νεκρούς εκ των οποίων οι 1.115 στην Αττική.

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Tο σχόλιο θα δημοσιευθεί μόλις εγκριθεί από τον διαχειριστή. Διαβάστε τους όρους χρήσης. Για οποιαδήποτε απορία, μπορείτε να επικοινωνήσετε μέσω email.